Doc.gr

Βάζω τα όρια μου: από την παθητικότητα στην διεκδικητικότητα

Posted: Wednesday, 20 November 2013
Βάζω τα όρια μου: από την παθητικότητα στην διεκδικητικότητα
Παθητικότητα, επιθετικότητα ή διεκδικητικότητα;
Η διεκδικητικότητα είναι μια απαραίτητη δεξιότητα που διατηρεί τις ισορροπίες στις διαπροσωπικές μας σχέσεις. Πολλοί άνθρωποι συγχέουν την διεκδικητικότητα με την επιθετικότητα, την δυναμικότητα, την απαιτητικότητα. Η διεκδίκηση, όμως, είναι στην ουσία η χρυσή τομή ανάμεσα στην παθητικότητα και την επιθετικότητα. Ο παθητικός άνθρωπος δεν αξιώνει τίποτα από τους γύρω του, αλλά περιμένει οι άλλοι να ενδιαφερθούν για τις ανάγκες του και να τις ικανοποιήσουν. Ο επιθετικός, αντίθετα, απαιτεί διαρκώς την ικανοποίηση των αναγκών και των θέλω του, σε βάρος συχνά, των δικαιωμάτων και των αναγκών των άλλων. Ως διεκδικητικότητα περιγράφεται η συμπεριφορά σύμφωνα με την οποία, γνωστοποιούμε με δυναμισμό και αποφασιστικότητα τα θέλω, τις ανάγκες και τις επιθυμίες μας στους άλλους, χωρίς, όμως, να απαιτούμε πάση θυσία την ικανοποίηση τους και χωρίς να τους τα επιβάλλουμε παρά τη θέληση τους. Ο διεκδικητικός  άνθρωπος υπερασπίζεται τα δικαιώματα του, αλλά παράλληλα σέβεται και τα δικαιώματα των άλλων.

Γιατί είμαι παθητικός; Η δύναμη της σκέψης

Αυτό που συνήθως εμποδίζει κάποιους ανθρώπους από το να εκφράσουν διεκδικητικότητα είναι οι βασικές τους πεποιθήσεις. Οι πεποιθήσεις αυτές συνήθως λένε: «Αν μιλήσω θα χάσω τον έλεγχο και θα μαλώσω», ή «Τι και αν τα πω, κανείς δεν θα με ακούσει», ή «Καλύτερα να μη μιλήσω για να μη χάσω τη συμπάθεια τους». Όλες αυτές οι πεποιθήσεις σας κρατούν εγκλωβισμένους σε μια παθητική συμπεριφορά από την οποία συνήθως βγαίνετε ζημιωμένοι καθώς μηρυκάζετε τις σκέψεις και τα συναισθήματα σας και πνίγεστε από αυτά. Και το παράλογο είναι πως ενώ ξέρετε που θα οδηγήσει η σιωπή σας, συνεχίζεται να την υπερασπίζεστε σαν κόρη οφθαλμού.  Μπορεί στην παιδική σας ηλικία να βιώσατε πολλές απαγορεύσεις και περιορισμούς, να μην εισακούγονταν οι απόψεις σας, με αποτέλεσμα να μάθατε πως η παθητική συμπεριφορά είναι η πιο συμφέρουσα. Όμως, ως ενήλικοι έχετε πλέον την ευθύνη να αποφασίσετε αν θα συνεχίσετε να λειτουργείτε με τον ίδιο τρόπο ή θα επιδιώξετε μια αλλαγή.

Ενοχές. Ξεφορτωθείτε τες!  

Αρχικά, θα πρέπει να ξεφορτωθείτε τις ενοχές. Νιώθετε ένοχοι στο ενδεχόμενο να δυσαρεστήσετε κάποιον. Νιώθετε ένοχοι, αν οι άλλοι χρειαστεί να δαπανήσουν χρόνο για σας. Δεν είστε υπεύθυνοι για τα συναισθήματα, ούτε για τις σκέψεις των άλλων. Αν οι άλλοι πληγωθούν, προβληματιστούν ή σοκαριστούν ακούγοντας πως και εσείς έχετε γνώμη, τότε αυτό δεν λέει κάτι για σας (πόσο αναίσθητοι είστε που τους πληγώνετε), αλλά κάτι για τους άλλους (ότι δεν σκέφτηκαν ποτέ ότι και εσείς δικαιούστε να έχετε άποψη). Και ο μόνος υπεύθυνος για αυτό, είστε εσείς αφού ποτέ δεν τολμήσατε να υποστηρίξετε την άποψη σας σοβαρά. Οι διαρκείς ενοχές σας κρατάνε απλώς πίσω και σας αναγκάζουν να ζείτε μια διπλή ζωή: αυτή που δείχνετε στους άλλους προσποιούμενοι, ότι είστε σύμφωνοι με όλα και αυτή που παίζετε μέσα στο μυαλό σας κάθε φορά που γυρνάτε σπίτι. Πείτε στον εαυτό σας «Έχω άποψη και δικαιούμαι να την πω, όπως όλοι. Δεν είναι κανείς υποχρεωμένος να συμφωνήσει μαζί μου, αλλά θα πρέπει τουλάχιστον να με ακούσει».

Κανείς δεν διαβάζει τις σκέψεις σας. Μιλήστε!
Αφού λοιπόν πείσετε τον εαυτό σας να απεγκλωβιστεί από ανούσιες ενοχές και προθυμοποιηθείτε να μιλήσετε για αυτά που θέλετε, τίθεται το μεγάλο ερώτημα: «Πώς να το κάνω; Τι να πω;». Πολλοί άνθρωποι έχουν καταπιέσει τα θέλω και τα συναισθήματα τους τόσο πολύ καιρό που νιώθουν στην πραγματικότητα θυμό για τους άλλους, και τα λόγια που αυθόρμητα τους έρχονται στο μυαλό είναι άκρως επιθετικά. Εδώ κρύβεται μια παγίδα. Δεν ευθύνονται οι άλλοι για το θυμό σας, αλλά εσείς. Δεν φταίνε οι άλλοι που τόσον καιρό δεν βάζετε τα προσωπικά σας όρια, δεν φταίνε οι άλλοι που δεν εκφράζετε τις αντιρρήσεις ή τα παράπονα σας. Αφού, λοιπόν, εσείς καταπιέζετε τον εαυτό σας, εσείς προκαλείτε και τον θυμό σας. Μιλήστε χρησιμοποιώντας τον πρώτο ενικό. Περιγράψτε την κατάσταση, το πώς νιώθετε και το τι θέλετε ή περιμένετε από τους άλλους. Κοιτάξτε τους στα μάτια, όταν μιλάτε, με ήρεμο και σταθερό τόνο φωνής σαν να λέτε κάτι απόλυτα φυσιολογικό. «Όταν με ρωτάς κάθε δύο λεπτά αν τελείωσα, με αγχώνεις. Θα σε ενημερώσω εγώ αμέσως μόλις τελειώσω με τα έγγραφα». «Όταν μου φωνάζεις διαρκώς, με αποσυντονίζεις. Θα με βοηθούσες αν κατέβαζες λίγο τον τόνο της φωνής σου». Δεν είναι τόσο δύσκολο. Το μυστικό είναι στον τόνο της φωνής και στο ύφος σας. Τα ίδια λόγια μπορεί να λεχθούν με μοχθηρία, θυμό, εκνευρισμό ή ευγένεια και ηρεμία. Προτιμήστε τα δύο τελευταία. Αποφύγετε κατηγορίες και μομφές και αποφύγετε με κάθε τρόπο τις δικαιολογίες. Δεν είστε κατηγορούμενοι για κάτι.

Η γλώσσα του σώματος μετράει
Τα λόγια, όσο ισχυρά και θετικά και αν είναι, χρειάζεται να συνοδεύονται από τα αντίστοιχα μη λεκτικά στοιχεία. Εμπνέεται εμπιστοσύνη και δυναμισμό όταν συμπεριφέρεστε ανάλογα. Κοιτάξτε τον συνομιλητή σας στα μάτια, μην αποφεύγετε το βλέμμα του. Μιλήστε δυνατά και κατανοητά. Ισιώστε το σώμα σας και πάρτε μια στάση χαλαρή και αποφασιστική. Σαν να του ζητάτε κάτι απολύτως φυσιολογικό, όπως ένα ποτήρι νερό. Μιλήστε αφού έχετε εξασφαλίσει την προσοχή του. 

Διαχειριστείτε την απόρριψη
Ας μη γελιόμαστε. Το ότι βάλατε τα δυνατά σας, εξασκηθήκατε ώρες μπροστά στον καθρέφτη, βρήκατε τα κατάλληλα λόγια και το κουράγιο να ζητήσετε εκείνη την άδεια που  θέλατε εδώ και μήνες, δεν σημαίνει, ότι οπωσδήποτε θα την πάρετε. Αν απογοητευτήκατε, και σκέφτεστε να τα παρατήσετε, κακώς. Το σημαντικότερο όλων είναι πως καταφέρατε αυτό που τόσο καιρό θεωρούσατε βουνό: να ζητήσετε άδεια από τον διευθυντή σας. Και αφού το κάνατε  μια φορά μπορείτε να το κάνετε και δεύτερη, και τρίτη. Κανείς δεν γίνεται διεκδικητικός με την πρώτη και κανείς διεκδικητικός δεν παίρνει πάντα αυτό που θέλει. Αλλά, σίγουρα νιώθει καλύτερα με τον εαυτό του, οι άλλοι ξέρουν τι περιμένει από αυτούς και φυσικά ικανοποιούνται οι ανάγκες του σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από αυτόν που τις κρατάει ως επτασφράγιστο μυστικό. 

Βάζω τα όρια μου: Μαθαίνω να λέω όχι

Posted: Wednesday, 20 November 2013
Βάζω τα όρια μου: Μαθαίνω να λέω όχι
Η επιβολή και τήρηση των προσωπικών μας ορίων δεν είναι πάντα εύκολη υπόθεση. Είναι, όμως, μια αναγκαία διαδικασία προκειμένου να διατηρήσουμε ή και να αυξήσουμε την αυτοεκτίμηση μας, αλλά και να κατορθώσουμε να ξεφύγουμε από το ρόλο του θύματος που υιοθετούμε σε κάποιες διαπροσωπικές μας σχέσεις. Η επιβολή ορίων φαντάζει, ίσως ως ένα ακατόρθωτο σχέδιο. Στην πραγματικότητα έχει να κάνει με το να βρούμε τον τρόπο και τη δύναμη να λέμε όχι σε προσκλήσεις, προτάσεις, παραινέσεις που δεν μας εκφράζουν, αλλά και να εκφράζουμε τις προσωπικές μας προτιμήσεις, τα θέλω μας και τις ανάγκες μας με τρόπο που δεν παραβιάζουμε τα όρια του άλλου. Στο παρόν άρθρο θα ασχοληθούμε με το πρώτο: την δυσκολία που αντιμετωπίζουν αρκετοί άνθρωποι να πούνε όχι σε προϊσταμένους, συντρόφους, φίλους και γενικότερα σε ανθρώπους τους οποίους αξιολογούν ως ανώτερους, ικανότερους ή απλώς πολύ αγαπημένους.

Ένα από τα πράγματα που συναντώ συχνά στους ανθρώπους που αποφεύγουν  να λένε «όχι» είναι η ύπαρξη ενός υπόγειου φόβου. Ο φόβος έχει να κάνει με την πιθανότητα – που στο μυαλό τους παίρνει διαστάσεις βεβαιότητας – ότι, ή όποια αντίρρηση εκφράσουν, θα έχει ως συνέπεια την διατάραξη των διαπροσωπικών τους σχέσεων. Η συναίνεση και η συγκαταβατική στάση εξισώνονται στο μυαλό τους με την εξασφάλιση της αποδοχή των άλλων.  Κυρίαρχη πεποίθηση σε αυτές τις περιπτώσεις είναι: «Πρέπει να συμφωνώ με τους άλλους για να με αποδέχονται».

Άλλες πάλι φορές το άτομο συνειδητοποιεί πλήρως την αντίθεση του με αυτό που άλλοι ζητούν ή περιμένουν από αυτό, αλλά θεωρεί πως δεν έχει τον κατάλληλο επικοινωνιακό τρόπο να εκφράσει την αντίθεση του. Φοβάται, δηλαδή, πως θα εκφραστεί πολύ επιθετικά, πολύ απότομα, πολύ αγενώς και αυτό θα οδηγήσει φυσικά στην διατάραξη των διαπροσωπικών του σχέσεων.

Ξεκαθαρίστε την άποψη σας

Για να αντιστρέψετε τους όρους αυτής της διαπροσωπικής συνθήκης η οποία μονίμως αποβαίνει για σας ζημιογόνα χρειάζεται αρχικά, να ενισχύσετε στο μυαλό σας τις προσωπικές σας θέσεις. Με άλλα λόγια: Ποια είναι η άποψη σας; Τι θέλετε ή τι πιστεύετε; Για να υποστηρίξετε τη θέση σας, χρειάζεται αρχικά να την βρείτε.  Σκεφτείτε τους λόγους για τους οποίους πιστεύετε ή θέλετε κάτι διαφορετικό από αυτό που σας ζητείται και βάλτε τους σε λόγια. Ισχυροποιείστε στο μυαλό σας τη στάση σας, γιατί δεν θα πείσετε κανέναν αν πρώτα δεν πείσετε τον εαυτό σας.

Δεν θέλει κόπο, θέλει τρόπο
 
Η άρνηση θα πρέπει να χαρακτηρίζεται από τρία διακριτά στοιχεία προκειμένου να μειωθούν οι πιθανότητες να εξελιχθεί μια κουβέντα σε μια προσωπική φιλονικία: Ευγένεια, αποφασιστικός τόνος φωνής & πρόταση εναλλακτικών λύσεων. Το ότι αρνούμαστε κάτι δεν σημαίνει, ότι πρέπει να το επικοινωνούμε απότομα, μονολεκτικά και με υπεκφυγές. Ο τόνος της φωνής μας δίνει περισσότερες πληροφορίες για τις προθέσεις μας παρά τα ίδια μας τα λόγια. Αν διατυπώνουμε μια διαφωνία ή άρνηση ψιθυρίζοντας και κοιτάζοντας το πάτωμα, σίγουρα δεν γινόμαστε πειστικοί. Ξεκινήστε λέγοντας κάτι θετικό όπως «Σε ευχαριστώ που με σκέφτηκες…» ή «με τιμάει η πρόταση σου..» ή «καταλαβαίνω την ανάγκη σου να..» και συνοδεύστε το από το «αλλά».  «…αλλά έχω κανονίσει να βοηθήσω τη μητέρα μου σε κάτι ψώνια», «…αλλά νιώθω την ανάγκη να ξεκουραστώ σήμερα» «..αλλά δεν μου αρέσει ιδιαίτερα το συγκεκριμένο είδος μουσικής». Μην ψάχνετε για δικαιολογίες, αλλά πείτε την αλήθεια. Αν είναι εφικτό προτείνετε μια εναλλακτική λύση που ταιριάζει με το δικό σας πρόγραμμα ή απλώς με τις δικές σας προτιμήσεις: «… αν θέλεις μπορούμε να κανονίσουμε να βγούμε για φαί την Παρασκευή» ή «…αν σε εξυπηρετεί μπορώ να τα έχω έτοιμα την Τρίτη» ή «…μπορούμε να τα πούμε κάποια άλλη στιγμή» Να είστε προετοιμασμένοι για το γεγονός, ότι και οι άλλοι μπορεί να επιμείνουν στις θέσεις τους και σε αυτό που σας ζητάνε. Παραμείνετε και εσείς στις δικές σας. Επαναλάβετε τα ίδια λόγια αν χρειαστεί, με ευγένεια και σταθερότητα κοιτάζοντας το συνομιλητή σας στα μάτια. Αποφύγετε τις ατελείωτες δικαιολογίες καθώς μαρτυρούν τις τύψεις που έχετε για την άρνηση σας.  Ο συνομιλητής σας, λοιπόν, είναι πιθανόν να εκμεταλλευτεί τις τύψεις σας επιμένοντας ακόμα περισσότερο, μιας και από τη στιγμή που νιώθετε τύψεις είναι πιο εύκολο να σας πείσει. Μην ξεχνάτε εξάλλου πως εσείς αποφασίζετε για την συμπεριφορά σας και είστε αρμόδιοι για να την υποστηρίξετε.  

Η εξάσκηση βελτιώνει

Το να συγκεντρώσετε όλες τις δυνάμεις, να εξασκηθείτε νοερά ή στην πράξη και τελικά, να αρνηθείτε με επιτυχία την πρόσκληση- απαίτηση των γονιών σας να τους συνοδεύσετε σε μια τυπική επίσκεψη σε κάποιους μακρινούς θείους είναι σίγουρα μια πρώτη επιτυχία. Δεν αρκεί, όμως. Προκειμένου να καταφέρετε να εντάξετε την άρνηση στο επικοινωνιακό σας ρεπερτόριο θα πρέπει να φροντίσετε να εξασκείτε την συγκεκριμένη συμπεριφορά προκειμένου να σας βγαίνει στο μέλλον αβίαστα, χωρίς προετοιμασία και χωρίς τύψεις. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια να αρχίσετε να αρνείστε διαρκώς, ότι σας προτείνουν, μόνο και μόνο για εξάσκηση. Διατηρείστε μια ισορροπία αναλογιζόμενοι που γίνεστε υπερβολικά και αδικαιολόγητα υποχωρητικοί και λάβετε τα μέτρα σας.  

Online Ψυχοθεραπεία & Συμβουλευτική

Posted: Wednesday, 20 November 2013
Online Ψυχοθεραπεία & Συμβουλευτική

Η online ψυχοθεραπεία είναι ένας σύγχρονος και ολοένα πιο συχνά χρησιμοποιούμενος τρόπος παροχής ψυχοθεραπευτικών υπηρεσιών. Στην online θεραπεία, θεραπευτής και θεραπευόμενος αξιοποιούν την σύγχρονη τεχνολογία προκειμένου να έρθουν σε επικοινωνία και να πραγματοποιηθεί, σε πραγματικό χρόνο αν και από διαφορετικό χώρο, μια θεραπευτική συνεδρία. Οι συνεδρίες πραγματοποιούνται αξιοποιώντας κυρίως το skype, αλλά και την ανταλλαγή ηλεκτρονικών μηνυμάτων. Η αρχική χρήση ενός τέτοιου εργαλείου προκάλεσε αρχικά τον σκεπτικισμό των πιο συντηρητικών ψυχοθεραπευτών, οι οποίοι υποστήριζαν πως η επικοινωνία δεν είναι το ίδιο ουσιαστική με την συμβατική παροχή ψυχοθεραπείας (πρόσωπο με πρόσωπο). Και ενώ, η άποψη τους δεν είναι αβάσιμη, σύγχρονα ερευνητικά δεδομένα, αλλά και οι προσωπικές εμπειρίες καταξιωμένων θεραπευτών ήρθαν να δώσουν μια νέα διάσταση στην onlineψυχοθεραπεία. Ο Irvin Yalom,, Αμερικανός ψυχοθεραπευτής, συγγραφέας και ομότιμος καθηγητής ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, έγραψε στον προσωπικό του λογαριασμό στο facebook τον Αύγουστο 2013:


 
«Με ρωτάνε συχνά τη γνώμη μου για την ηλεκτρονική παροχή ψυχοθεραπείας. Πρέπει να παραδεχθώ πως στην αρχή ήμουν διστακτικός με τέτοιες προσεγγίσεις, όπως η θεραπεία μέσω skype, επειδή θεωρώ πολύ σημαντική τη σχέση θεραπευτή- ασθενή και φοβόμουν πως η θεραπεία θα αραίωνε αν οι δύο δεν συναντιόνταν στο ίδιο δωμάτιο. Παρόλα αυτά τα τελευταία δύο χρόνια άλλαξα γνώμη. Έχω παράσχει θεραπευτική δουλειά μέσω skype και πιστεύω πως ήταν αποδοτική, τόσο όσο αν είχε πραγματοποιηθεί με τον συμβατικό τρόπο.  Έχω δει ασθενείς από απομακρυσμένες περιοχές, όπου δεν υπάρχει θεραπευτής σε ακτίνα εκατοντάδων χιλιομέτρων, έχω δει θεραπευτές που ζουν σε μικρές κοινότητες και γνώριζαν όλους τους θεραπευτές συναδέλφους τους, ασθενείς με κινητικά προβλήματα που δεν μπορούσαν να ταξιδέψουν και επίσης ασθενείς από άλλες χώρες που είχαν επηρεαστεί από τα γραπτά μου και ήθελαν να δουλέψουν μαζί μου. Ίσως στο μέλλον οι θεραπευτικές ομάδες να πραγματοποιούνται μέσω καινούριων εφαρμογών του skype».  

Αλλά και νέα ερευνητικά δεδομένα έρχονται να αναδείξουν την αποτελεσματικότητα της onlineψυχοθεραπείας. Κλινικοί ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Ζυρίχης μελέτησαν την παροχή ψυχοθεραπείας μέσω internet σε αντίθεση με την κλασσική ψυχοθεραπεία σε ασθενείς που έπασχαν από κατάθλιψη. 6 θεραπευτές παρείχαν ψυχοθεραπεία σε συνολικά 62 ασθενείς με συμπτώματα κατάθλιψης. Οι μισοί από τους ασθενείς έλαβαν ψυχοθεραπεία με τον παραδοσιακό τρόπο ενώ οι άλλοι μισοί μέσω internet. Στο τέλος της θεραπείας το 53% των ασθενών που τους παρασχέθηκε ψυχοθεραπεία μέσω internet δεν είχαν πλέον κανένα σύμπτωμα κατάθλιψης. Το αντίστοιχο ποσοστό για αυτούς που αξιοποίησαν την κλασσική ψυχοθεραπεία ήταν 50%. Και ενώ, τα δύο αυτά ποσοστά είναι παραπλήσια, η αποτελεσματικότητα της ψυχοθεραπείας μέσω internet αναδείχθηκε 3 μήνες μετά τη λήξη της θεραπείας. Το ποσοστό αυτών που δεν ανέφεραν συμπτώματα κατάθλιψης 3 μήνες μετά τη λήξη της θεραπείας ήταν  57% (από 53) για τους ασθενείς που θεραπεύτηκαν internet ενώ για τους ασθενείς που χρησιμοποίησαν την κλασσική ψυχοθεραπεία έπεσε στα 42% (από 50). Οι ασθενείς που τους παρασχέθηκαν ψυχοθεραπευτικές υπηρεσίες μέσω διαδικτύου ανέφεραν πως τους βοήθησε η δυνατότητα να ανατρέχουν σε προηγούμενα Mail των θεραπευτών τους.

Αντίστοιχα αποτελέσματα βρέθηκαν και σε έρευνα που διεξήχθη στο Πανεπιστήμιο του Cambridge. Στην έρευνα πήραν μέρος 39.000 Βρετανοί με ήπια και μέτρια συμπτώματα άγχους και κατάθλιψης. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας όσοι ασθενείς έλαβαν Γνωστική Συμπεριφορική Θεραπεία μέσω τηλεφώνου ωφελήθηκαν το ίδιο, αν όχι περισσότερο από αυτούς συμμετείχαν στην συμβατική πρόσωπο με πρόσωπο θεραπεία.
 

Ποια είναι τα οφέλη
Συνοψίζοντας ερευνητικά δεδομένα και προσωπικές μαρτυρίες μπορεί να διαπιστώσει κανείς πως τα πλεονεκτήματα την online ψυχοθεραπείας δεν είναι αμελητέα.

  • Δίνει την δυνατότητα ψυχοθεραπείας σε ανθρώπους που για λόγους υγείας δεν μπορούν ή τους είναι εξαιρετικά δύσκολο να μετακινηθούν από το σπίτι τους
  • Δίνει πρόσβαση σε ψυχοθεραπευτικές υπηρεσίες σε ανθρώπους που διαβιούν σε απομακρυσμένες περιοχές.
  • Εξοικονομεί χρήματα και χρόνο σε ανθρώπους για τους οποίους η μετακίνηση προς και από τον θεραπευτή της επιλογής τους είναι χρονοβόρα και δαπανηρή
  • Είναι ευέλικτη καθώς προσαρμόζεται ευκολότερα σε ανθρώπους με βαρύ φόρτο εργασίας και ασταθές ωράριο (η συνεδρία μπορεί να προγραμματιστεί και να πραγματοποιηθεί πιο γρήγορα) 
  • Διευκολύνει την έναρξη μιας θεραπευτικής σχέσης για τους ανθρώπους που εμποδίζονται από την ίδια την φύση των προβλημάτων τους να βγουν από το σπίτι (αγοραφοβία, κοινωνική φοβία, κλειστοφοβία κτλ).   


Ποιοι είναι οι περιορισμοί

  • Η online ψυχοθεραπεία δεν είναι εύκολη για ανθρώπους που δεν είναι εξοικειωμένοι με την σύγχρονη τεχνολογία και με τη χρήση του skype.
  • Δεν ενδείκνυται για ασθενείς με βαριά ψυχοπαθολογία και αυτοκτονικές τάσεις
  • Το ιατρικό απόρρητα θεραπευτή – θεραπευόμενου είναι πιο εύκολο να παραβιαστεί (πχ από hackers) 
  • Μπορεί να λειτουργήσει ως μπούμερανγκ σε ανθρώπους ήδη εξαρτημένους από το διαδίκτυο με ελλείπεις κοινωνικές δεξιότητες